Εκλογές: άμυνα του συστήματος ή επίθεση του λαού;
by Δημήτρης Παυλόπουλος
Η ανάγκη για εκλογές δεν προκύπτει από την λαιμαργία του ΣΥΡΙΖΑ για την κυβερνητική καρέκλα αλλά από την διαρκή και αποτυχημένη παρουσία της κυβέρνησης. Οι εκλογές ακόμη και μέσα στην κατευθυνόμενη δημοκρατία των μνημονίων και της λιτότητας, αποτελούν ίσως τη μοναδική διέξοδο για το κοινό αίσθημα. Ωστόσο, πρέπει να διευκρινιστεί και σε αυτήν την περίπτωση, η βάση υπό την οποία θα τεθεί μια εκλογική αναμέτρηση.
Είναι δεδομένο πλέον ότι η βάναυση ευρωπαϊκή πολιτική των φόρων, των περικοπών, της ανεργίας και εν γένει της κοινωνικής δυστυχίας κάθε άλλο παρά την ανάπτυξη φέρνει. Παράλληλα, η δυναμική των κομμάτων παρουσιάζεται η ίδια ή σχεδόν η ίδια. Εξάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι, παρά την επιθετική πολιτική που ακολουθείται και αποδεδειγμένα είναι ατελέσφορη και ανυπόφορη, το εκλογικό σώμα δεν έλκεται από την αντίπαλη πρόταση (του ΣΥΡΙΖΑ ή των άλλων αριστερών κομμάτων), όχι τόσο λόγω της δημοσιογραφικής καχυποψίας έναντι της «άλλης οδού» που καθημερινά σπέρνεται από τα τηλεοπτικά παράθυρα με σκοπό να αγιοποιείται η «σωτήριος» πολιτική Σαμαρά και λοιπών, αλλά λόγω της εγγενούς αδυναμίας των αντιπολιτευόμενων προτάσεων.
Εξαιρουμένης φυσικά της πρότασης της Χρυσής Αυγής, η οποία αποτελεί την πιο ακραία, φασιστική έκφανση της πολιτικής που βιώνουμε, ασχέτως αν οι ίδιοι θέλουν να συστήνονται ως πατριώτες και αντιμνημονιακοί. Εξάλλου, είναι γνωστή η λατρεία και στήριξή τους προς το εφοπλιστικό και γενικά κάθε ντόπιο και ξένο ιμπεριαλιστικό και ληστρικό κεφάλαιο αλλά και ιστορικά αποδεδειγμένη από το παράδειγμα της χούντας ή του Γ΄ Ράιχ που τόσο πολύ θαυμάζουν.
Η έλλειψη πληρότητας των εναλλακτικών σχεδίων δράσης, εστιάζοντας κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΚΚΕ, καθότι εκφράζουν πιο ολοκληρωμένες προτάσεις, απαλλαγμένες από φασιστικές και ψευδοπατριωτικές στρεβλώσεις, εντοπίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι ο μεν ΣΥΡΙΖΑ αρκείται σε μια θολή αντιμνημονιακή γραμμή με ελάχιστα στοιχεία που να προσδίδουν μια κάποια αριστερή ταυτότητα, το δε ΚΚΕ παραμένει αγκυλωμένο σε μια άλλη εποχή, όπου οι συνθήκες ευνοούσαν και επέβαλλαν την εξέγερση και την ανοιχτή σύγκρουση, τότε που ο λαός ήταν μεν εξαθλιωμένος αλλά και πολιτικά συνειδητοποιημένος για τον τρόπο που πρέπει να απαντήσει, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε μία κομματική ηγεσία ικανή και έτοιμη να αναλάβει το βάρος και την ευθύνη μιας ολόκληρης επανάστασης και ανατροπής ενός νοσηρού και αντιλαϊκού συστήματος, το οποίο παραλλαγμένο υφίσταται ως τα σήμερα.
Ερχόμενοι όμως στις ανάγκες του σήμερα, βλέπουμε ότι επιτάσσουν κάτι διαφορετικό, κάτι πολύ πιο εξελιγμένο και δύσκολο. Χωρίς να διαγράφω την σημασία της επανάστασης τόσο την ιστορική όσο και την πολιτική που αποδεδειγμένα κίνησε λαούς και συνειδήσεις προς κάτι καλύτερο, σήμερα που ο καπιταλισμός έχει εξ αντικειμένου απορρίψει την επίθεση δι’ όπλων και επιλέγει τη μέθοδο του οικονομικού πολέμου, η απάντηση πρέπει να είναι διαφορετική και δυστυχώς θα πρέπει να ξεκινήσει μέσα από το πεδίο βολής του ίδιου του συστήματος που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση.
Οι εκλογές λοιπόν θα αποτελέσουν και πρέπει να αποτελέσουν (όποτε και αν γίνουν) μια ευκαιρία για την ιστορική συνάντηση όλων εκείνων των δυνάμεων που εχθρεύονται την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και ζητούν έμπρακτα μια καλύτερη, δικαιότερη κοινωνία. Αυτές οι δυνάμεις πρέπει να συναθροιστούν από όλη την αριστερά που θα προτάξει ένα συγκροτημένο σχέδιο δράσης με στόχο την αποδέσμευση της χώρας από την συστημική λαίλαπα και την ολιγαρχική αδηφαγία των τραπεζικών συστημάτων (δηλαδή τη ραχοκοκαλιά του καπιταλισμού).
Οι επόμενες εκλογές πρέπει να αποτελέσουν αφετηρία ενός ξεσηκωμού, μίας αντίστασης, έστω και από τα μέσα του συστήματος, πράγμα που οφείλει να λάβει σοβαρά υπόψη της η αριστερά και να βρεθεί μπροστά στις εξελίξεις, ως εκφράστρια της κοινωνικής αγανάκτησης, ως κατευθυντήρια γραμμή της επιβαλλόμενης αντίστασης και ανυπακοής που επιβάλλουν οι ώριμες (πλέον) συνθήκες.