Γιατί ακούμε κλασική μουσική;

by Δημήτρης Μπούκας

Λέγεται ότι ανά τους αιώνες έχουμε πολλούς και διαφορετικούς λόγους να ακούμε κλασική μουσική. Ο Bach, λέγεται, έγραψε την εκκλησιαστική μουσική του για να δοξάσει τον Θεό και την κοσμική μουσική του για να εκπαιδεύσει τα παιδιά του και να διασκεδάσει τις αυλές. Καλή μουσική για την εκκλησία, την αυλή και την όπερα ήταν μέχρι τον Ρομαντισμό ο σκοπός των κλασικών συνθετών. Από τότε και μετά άρχισε να δίνεται σημασία στους αφηρημένους σκοπούς της κλασικής μουσικής· ο άνθρωπος, το συναίσθημα, τα πολιτικά και φιλοσοφικά ιδανικά, ο μυστικισμός, η πρωτοπορία και το σοκ. Η κλασική μουσική άρχισε να γίνεται πιο εσωστρεφής και, αργότερα, η σύνθεσή της κατέληξε να είναι αυτοσκοπός.

Αυτήν την εσωστρέφεια της μουσικής του, γιατί δηλαδή νιώθει την ανάγκη να την γράψει αν και αναγνωρίζει ότι θα αρέσει σε λιγότερους ανθρώπους, αναλύει εν συντομία ο Robert Schumann σε ένα γράμμα στην μέλλουσα γυναίκα του Clara το 1838:

«Με επηρεάζει, γράφει, οτιδήποτε συμβαίνει στον κόσμο· η πολιτική, η λογοτεχνία, οι άνθρωποι. Γι’ αυτά στοχάζομαι με τον τρόπο μου, ο οποίος ψάχνει να βρει μια διέξοδο μέσω της μουσικής. Γι’ αυτό ορισμένες συνθέσεις μου είναι τόσο δύσκολο να γίνουν αντιληπτές. […] Και γι’ αυτό με ικανοποιούν τόσο λίγες σύγχρονες συνθέσεις άλλων, […] διότι καταφεύγουν σε μουσικούς συναισθηματισμούς του κατώτερου είδους, σε τετριμμένους λυρικούς εντυπωσιασμούς. […] Εκείνες μπορεί να είναι ένα λουλούδι, αυτές εδώ είναι ένα πολύ πνευματώδες ποίημα· εκείνες μία ορμή της άγριας φύσης, αυτές ένα έργο της ποιητικής συνείδησης.»¹

Η εσωστρέφεια αυτή γεννήθηκε από τον Ρομαντισμό του πρώιμου 19ου αιώνα και μέσω του Εξπρεσιονισμού του ύστερου 19ου αιώνα ρίζωσε στον Μοντερνισμό σχεδόν όλου του 20ού αιώνα, αφήνοντας για λίγο απ’ έξω τον Φουτουρισμό των αρχών του 20ού αιώνα. Για τους κλασικούς αυτούς συνθέτες η σύνθεση είναι αυτοσκοπός χάριν της ατομικής εξέλιξης, της αποστασιοποίησης του καλλιτέχνη, της πρωτοπορίας, της εγκεφαλικότητας, και της παραφυσικότητας (της θεοσοφίας για τους πρώιμους μοντερνιστές, των ανατολικών θρησκειών για τους ύστερους). Η εσωστρέφεια έφτασε σίγουρα στο αποκορύφωμά της με την μουσική των μοντερνιστών ακολούθων του Arnold Schoenberg, των σειραϊστών αλλά και άλλων μοντερνιστικών ρευμάτων όπως των πειραματικών και των φασματιστών. Για τους συνθέτες αυτούς ακούμε κλασική μουσική επειδή απλά γράφτηκε. Ο επικριτής αυτών των ρευμάτων Αμερικανός μουσικολόγος Richard Taruskin ονομάζει το φαινόμενο αυτό ως το δημιουργικό σφάλμα (poietic fallacy), το οποίο ορίζει ως «την πεποίθηση ότι αυτό που μετράει περισσότερο (ή ακόμα εντονότερα το μόνο που μετράει) σε ένα έργο τέχνης είναι η δημιουργία του».² Είναι λοιπόν αυτός ο λόγος αρκετός ώστε να μας κάνει να ακούσουμε κλασική μουσική; Όπως αποδεικνύει συνεχώς στα δοκίμιά του ο Taruskin, οι συνθέτες αυτών των ρευμάτων, μέσω των γραπτών και των συνεντέυξεών τους, εξέφραζαν απέχθεια για το κοινό το οποίο κατηγορούσαν για «τυραννία επί των συνθετών» και ήταν ελιτιστές αν και ταυτοχρόνως οδύρονταν για την χαμηλή προσέλευση στις συναυλίες τους. Μέχρι ποιο σημείο επομένως μπορούμε να ακούσουμε μουσική που επιδεικτικά δεν γράφτηκε για εμάς; Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

Advertisement