Μίκη δυστυχώς άλλαξες την ιστορία

by Δημήτρης Παυλόπουλος

Οι καμπάνες που σήμαναν στο συλλαλητήριο της ντροπής της προηγούμενης Κυριακής δεν ήταν σε καμία περίπτωση αυτές του Ρίτσου, οι βαμμένες με αίμα, οι τραγουδημένες από στόματα λαϊκών αγωνιστών γνωστών και άγνωστων που πέθαναν για να ζήσουν ελεύθεροι, που θυσίασαν τα σώματά τους για να μην θυσιάσουν τις ιδέες τους. Ιδέες ζωντανές, πληρωμένες με το αίμα τους, χτισμένες στα κακοτράχαλα βουνά της Ελλάδας, καθάριες , πελώριες στο μπόι των ανθρώπων και στο μπόι των ονείρων τους.

Φυσικά οι ιδέες αυτές δεν έχουν καμία σχέση με τα συνθήματα και τους ανθρώπους που βρέθηκαν σε μία παράδοξη συγκέντρωση με αποκορύφωμα το πιο παράδοξο όλων, την παρουσία και ομιλία του Μίκη. Ενός παγκοσμίου φήμης συνθέτη που στα 93 του χρόνια, αποφάσισε να ενορχηστρώσει και να διευθύνει την πιο περίεργη, παράξενη και συνάμα επικίνδυνη ορχήστρα σε ένα κρεσέντο φασιστικών και ακροδεξιών, σε κάθε περίπτωση άκρως συστημικών ορατορίων. Προεξέχουσες μορφές του φασιστικού πενταγράμμου, ο Κασιδιάρης, ο Σαμαράς, ο Γεωργιάδης, παπάδες, γιοι αρχιβασανιστών της Μακρονήσου και άλλοι επιφανείς παραχαράκτες της ιστορίας του λαού και της χώρας. Όλοι αυτοί δηλαδή που έχουν κατορθώσει να ξεπουλήσουν τα πάντα και τους πάντες με σκοπό να διασώσουν το πιο απάνθρωπο και βάρβαρο σύστημα αυτού του κόσμου που ακούει στο όνομα καπιταλισμός.

Όλοι αυτοί που συνθηκολογούσαν κατά καιρούς με ξένους και ντόπιους προδότες και δωσίλογους, με κοτζαμπάσηδες και γερμανοτσολιάδες, με ανθρώπους που το μόνο που έμαθαν να κάνουν, λαμβάνοντας το χρίσμα από τους ιδεολογικούς και φυσικούς τους προγόνους ήταν και είναι να λασπολογούν, να υποκύπτουν και να συνθηκολογούν στο κάθε λογής ξεπούλημα και στην κάθε είδους υποτέλεια, καπηλευόμενοι τα ιδανικά και τις αγωνίες ενός ολόκληρου λαού. Και το κέρδος τους είναι τόσο μικρό όσο και οι ιδέες τους, τόσο ευτελές όσο η αξία της φυσικής τους παρουσίας. Και όμως παρά την ασημαντότητα τους μπόρεσαν και επιβίωσαν και όχι μόνο αυτό αλλά μπόρεσαν και ξεκλήρισαν χωριά και πόλεις ολόκληρες, έσπειραν την διχόνοια και την φτώχεια και πούλησαν την υποδούλωση ως και την αναξιοπρέπεια ως τον μοναδικό τρόπο σωτηρίας.

Αυτοί όμως ήταν αναμενόμενο να βρίσκονται και πόσο μάλλον να διοργανώνουν τέτοιου είδους φασιστικές και αποπροσανατολιστικές φιέστες. Το μη αναμενόμενο ήταν η παρουσία του Μίκη, του Μίκη του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ, των Δεκεμβριανών, της Μακρονήσου, της Ικαρίας, της Ζάτουνας και του Ωρωπού. Ο Μίκης του Λαμπράκη, του Πέτρουλα, του Ρίτσου, του Σικελιανού, του Ελύτη, του Σεφέρη, του Αναγνωστάκη, του Λειβαδίτη και άλλων μορφών που έπλεξαν ποιητικά τις ανησυχίες, τον πόνο και τα βάσανα ενός ολόκληρου λαού. Που πήγε αυτός ο Μίκης; Χάθηκε μέσα στο «αδέρφια μου φασίστες, ναζιστές», έσβησε στα χειροφιλήματα του Αμβρόσιου στο χέρι που κάποτε έγραφε για τον Ανδρέα τον Λεντάκη που τον χτυπούσαν το βράδυ στην ταράτσα, εξαφανίστηκε στα χειροκροτήματα υπανθρώπων με χαραγμένες σβάστικες, που κάποτε τον έσερναν από κελιά σε υπόγεια και από υπόγεια σε νοσοκομεία. Τα ίδια χέρια που σε χειροκρόταγαν κάποτε σκότωναν επειδή κάποιοι τραγουδούσαν απλώς τα τραγούδια σου Μίκη. Τα ίδια στόματα που σου φώναζαν ότι αλλάζεις την ιστορία Μίκη, κάποτε έδιναν το έναυσμα για μαζικές εκτελέσεις ανθρώπων που έγραφαν πραγματική ιστορία.

Το λυπηρό όμως δεν είναι ακριβώς αυτό ούτε βέβαια οι επευφημίες των διαφόρων φασιστοειδών. Το πιο λυπηρό είναι ότι γκρέμισες ό,τι με αίμα τόσα χρόνια έχτισες. Τους χάρισες το όνομά σου, τους χάρισες την ιστορία σου. Και το αντάλλαγμα ποιο; Να χαθείς μέσα στην κενότητα τους, να πνιγείς στην βρωμιά τους και να πνίξεις μαζί και όποιον άλλον σε πίστεψε. Μακάρι να έχεις ήδη μετανιώσει, να έχεις ήδη αισθανθεί το ολίσθημά σου και να επιστρέψεις εκεί που ανήκεις, εκεί που ανήκουν τα τραγούδια σου, στον ελληνικό λαό και όχι στους δυνάστες του.


ΥΓ1. Τα φαντάσματα της Μακρονήσου σε αποχαιρετούν…
ΥΓ2. Η ρωμιοσύνη γράφτηκε για όσους πολέμησαν και όχι για όσους την πολέμησαν.
ΥΓ3. Οι 198.000 που ήταν στο Σύνταγμα, δεν ήταν όλοι φασίστες, όμως όλοι οι φασίστες ήταν εκεί.

Advertisement